προρραφαηλίτες

προρραφαηλίτες
οι, Ν
τα μέλη τής προρραφαηλιτικής αδελφότητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ-* + Ραφαήλ + επίθημα -ίτης. Η λ., στον λόγιο τ. προρραφαηλῖται, μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ἄστυ].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”